Έχω πολλά χρόνια να επισκεφτώ τα νησιά της Παροναξίας και είπα να επαναφέρω στη μνήμη κάποια γεύση από την ορεινή Νάξο.
Τότε που ήμουν εκεί, λες και τα κοκόρια
είχαν τελειώσει και στο μαγαζί είχε το "κρασάτο" με χοιρινό μπούτι. Με
την ευκαιρία αυτή φάγαμε και οι δύο, το ίδιο φαγητό (έχω ξαναγράψει για
την απέχθεια της "δύσκολης" για τα πουλερικά και άλλα!).
Αλλά ας αρχίσω με το τελικό αποτέλεσμα
Υ Λ Ι Κ Α :
800 γραμ. Μπούτι χοιρινό χωρίς κόκκαλο
2 σκελίδες Σκόρδο κομμένες στη μέση
Αλάτι χοντρό και φρεσκοτριμμένο μείγμα 5 πιπεριών
1 κουτί 400 γραμ Κονκασέ (χυλό στο multi)
1 φλ.τσαγ. Κρασί κόκκινο ξερό
1/2 φλ. τσαγ. Ελαιόλαδο Έξτρα Παρθένο
1/2 κουτ,γλ. Ζάχαρη άσπρη
Πέννες ριγωτές ή Μακαρόνια χοντρά.
Ε Κ Τ Ε Λ Ε Σ Η :
Πλένω καλά το κρέας και το στεγνώνω με χαρτί κουζίνας.
Με μυτερό μαχαίρι ανοίγω 4 τρύπες και χώνω τα κομμάτια του σκόρδου.
Αλατοπιπερώνω με τα χέρια καλά.
Σε κατσαρολάκι, ανάλογο με το μέγεθος του κρέατος, ζεσταίνω το Ελαιόλαδο και ροδίζω το κρέας καλά, από όλες τις πλευρές.
Σβήνω με το κρασί και, σε μερικά λεπτά, ρίχνω τον χυλό τομάτας.
Σκεπάζω και χαμηλώνω την φωτιά (με διαβάθμιση 12, κατεβάζω στο 2-3).
Σε δυόμιση ώρες είναι έτοιμο και μοσχομυριστό.
Στο ενδιάμεσο ελέγχω τη σάλτσα και συμπληρώνω λίγο ζεστό νερό (δεν χρειάστηκε, γιατί ο χυλός της ντομάτας ήταν αρκετός).
Βγάζω το κρέας και αφήνω την σάλτσα να πήξει λίγο.
Βράζω τα ζυμαρικά, σε αλατισμένο νερό, 2-3 λεπτά λιγότερο απ'ότι γράφει το πακέτο και στραγγίζω.
Τώρα η συνέχεια μπορεί να γίνει με δυο τρόπους:
α) Ρίχνουμε την σάλτσα στα στραγγισμένα μακαρόνια, ή
β) Περιχύνουμε το σερβιρισμένο σε φέτες κρέας, με την κουτάλα.
Αυτόν τον δεύτερο τρόπο έκανα, γιατί έβρασα λίγες πέννες και αν έριχνα όλη την σάλτσα, θα είχα μια ωραία και νόστιμη σούπα!!
Όταν ανεβήκαμε στην Απείρανθο
(τ'Απεράθου, όπως λένε εκεί), ήταν μεσημέρι και αναζήτησα τον κρασάτο
κόκκορα στο περίπτερο της κεντρικής πλατείας. Παλιό κόλπο για να πάρεις
πληροφορίες από ντόπιο και όχι από πινακίδες.
Η περιπτερού βγαίνει και φωνάζει "Κυρά Μαρικούλα έχει κοκκόρι;"
"Όχι" απαντά η κυρά Μαρικούλα από απέναντι "έχω με χοιρινό".
Κοιταζόμαστε και λέμε "Ναι" (παίρνω και από το περίπτερο 4-5 πακέτα τσιγάρα).
Έρχονται δυο πιατέλες τεράστιες, μαζί με
την απαραίτητη Ναξιώτικη φέτα και μια γραβιέρα ψητή. Σαλάτα μια απλή
ντομάτα με λαδοξυδορίγανη. Η μια "μερίδα" θα έφτανε, αλλά το μάτι μας
είναι αχόρταγο.
Μαζί με όλα και ένα τοπικό κόκκινο κρασί "Είναι το ίδιο που μαγειρεύτηκε" είπε η κυρά Μαρικούλα....
Είχαμε αρχίσει να τρώμε, όταν ήρθε ένα
ζευγάρι ξένοι, ασπρουλιάρηδες με γαλανά μάτια, που τα έριξαν στο τραπέζι
μας, περνώντας για να καθίσουν κάπως πιο μακρυά.
Ευτυχώς το φαγητό δεν μας κάθησε στο
στομάχι, μετά από τέτοια ματιά. Μας έδειξαν στην κυρά Μαρικούλα και
μάλλον παρήγγειλαν παρόμοια.
Τελειώσαμε, και πήραμε τις κατηφόρες
προς την Ανατολική πλευρά του νησιού, προς ανεύρεση κατάλληλης παραλίας,
για απογευματινό μπάνιο.
Βρήκα εύκολα την ερημική αμμουδερή παραλία και αντί να περιμένουμε να χωνέψουμε, μπήκαμε στην θάλασσα, για δροσιά.
Το λάθος αυτό, ευτυχώς, δεν αποδείχτηκε μοιραίο, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσε ο γράφων να ανασύρει αυτές τις μνήμες.......
ΥΓ: Μια παρόμοια συνταγή υπάρχει στο blog, με μοσχαρίσιο νουά (ΕΔΩ).